Πλημμύρισε από κόσμο, το Αθλητικό Κέντρο του Νέου Βουτζά, το βράδυ της Δευτέρας (22/7), στη βραδιά μνήμης που ήταν αφιερωμένη στα θύματα της τραγικής πυρκαγιάς της 23ης του περσινού Ιουλίου, που διοργάνωσαν ο Πολιτιστικός Σύλλογος «Νεανική Σκηνή», υπό την αιγίδα του Δήμου Ραφήνας και την υποστήριξη των Συλλόγων του Ματιού και του Νέου Βουτζά.
Η βραδιά ήταν για αυτούς που έφυγαν, αλλά και για αυτούς που έμειναν πίσω και ζουν μια καθημερινότητα που έχει αλλάξει ριζικά. Αυτό το «δεν ξεχνώ», ακούστηκε βροντερά απ όλους, με την παρουσία τους και το χειροκρότημα τους.
Μετά το πέρας των ομιλιών, ακολούθησε η παράσταση του θεατρικού έργου «Ένα χρόνο μετά…» των Κωνσταντίνου Ρόδη και Βούλας Σταμπέλου, ένα έργο-ντοκουμέντο βασισμένο σε πραγματικά γεγονότα και σε σκηνοθεσία Νανάς Νικολάου.
Την εκδήλωση έκλεισε ο Διονύσης Τσακνής με την Ομάδα Νέων του Ματιού και τα παιδιά της χορωδίας της Νέας Μάκρης του Γιάννη Χριστοφορίδη, δίνοντας το δικό τους αισιόδοξο μήνυμα.
Ένας χρόνος συμπληρώνεται από την τραγωδία στο Μάτι, και οι κάτοικοι του ακόμη μετρούν τις πληγές τους.
Το χρονικό μιας ανείπωτης τραγωδίας
Γύρω στις 12 το μεσημέρι της Δευτέρας 23 Ιουλίου, μεγάλη φωτιά ξεσπάει στη θέση «Αέρας» στα Γεράνεια Όρη, πάνω από την Κινέτα. Όσο περνάει η ώρα και ο άνεμος δυναμώνει η φωτιά αποκτά μεγαλύτερες διαστάσεις, επεκτείνεται και οι πυροσβεστικές δυνάμεις ενισχύονται ώστε να συνδράμουν περισσότερο στην κατάσβεση της. Λίγες ώρες μετά, δίνεται εντολή να εκκενωθούν οι οικισμοί Γαλήνη, Πανόραμα 1 και Πανόραμα 2 μιας και η φωτιά γίνεται απειλητική.
Το ρολόι δείχνει πέντε πάρα δέκα το απόγευμα και ο θυρωρός του Λύρειου Ιδρύματος παρακολουθεί στην τηλεόραση τις φωτιές στην Κινέτα, χωρίς να ανησυχεί ιδιαίτερα, μέχρι τη στιγμή που ο ήχος του πρώτου καναντέρ που επιχειρεί στην Καλλιτεχνούπολη φτάνει στα αυτιά του. Από εκεί και πέρα όλα πήγαν πολύ γρήγορα. Ο εφιάλτης εκείνης της ημέρας είχε μόλις ξεκινήσει και κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί τι επρόκειτο να ακολουθήσει. Τα πρώτα εναέρια μέσα κάνουν την εμφάνισή τους και υδροφόρες από τις γύρω περιοχές αρχίζουν να κατευθύνονται προς την Πεντέλη. Οι κατασκηνώσεις στον Άγιο Ανδρέα εκκενώνονται και 1.400 παιδιά απομακρύνονται μέσω της λεωφόρου Διονύσου. Η ένταση και η ταχύτητα του αέρα δεν μπορούσε να περιγραφεί, καθώς «όχι μόνο ήταν δυνατός αλλά θύμιζε τυφώνα». Στο Λύρειο πρόλαβαν να εκκενώσουν το Γηροκομείο το οποίο σε λίγη ώρα θα παραδιδόταν στις φλόγες.
Μέσα σε περίπου 40 λεπτά η φωτιά φτάνει στον οικισμό του Νέου Βουτζά. Η Έλενα Αργυροπούλου, βρισκόταν στην είσοδο του Νέου Βουτζά. Είδε αυτή την εικόνα αλλά δεν πίστεψε ότι αρκούσε μόνο μισή ώρα για να φτάσει η φωτιά στη λεωφόρο Μαραθώνος. «Όταν πήγα στον Βουτζά για να δούμε πού ήταν η φωτιά, δεν μπορούσες να δεις από την κάπνα, παρότι ήταν μακριά. Το έβλεπα σε μεγάλη απόσταση που υπήρχαν βουναλάκια και έλεγα ότι μέχρι να τα περάσει όλα αυτά θα πρέπει να κάψει όλα τα σπίτια που ήταν μπροστά μας , αποκλείεται να φτάσει στην πλευρά μας. Και όμως πέρασε όλα τα σπίτια σε μισή ώρα και έφτασε μέχρι το σπίτι στη δεύτερη είσοδο. Δηλαδή τι απόσταση είναι από το Λύρειο μέχρι εκεί», λέει στο ΑΠΕ η κ. Αργυροπούλου.
Η φωτιά σαρώνει τα πάντα στο πέρασμά της και μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα κατεβαίνει γρήγορα προς τα κάτω. Το χειρότερο σενάριο που οι πυροσβεστικές δυνάμεις απεύχονταν να πραγματοποιηθεί φαίνεται πως αργά ή γρήγορα θα πάρει σάρκα και οστά, και η πύρινη λαίλαπα θα περάσει τη λεωφόρο Μαραθώνος. Οι πυροσβέστες στην περιοχή δυσκολεύονται να προσδιορίσουν πού πρέπει να αναπτυχθούν. Οι καπνοί σιγά – σιγά πυκνώνουν επικίνδυνα κάνοντας την ατμόσφαιρα απίστευτα αποπνικτική.
Ο φωτορεπόρτερ του Αθηναϊκού/Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων Αλέξανδρος Βλάχος φτάνει σε έναν λόφο περίπου στη μέση του οικισμού του Νέου Βουτζά.
«Έφτασα περίπου στις έξι παρά δέκα στο σημείο και είδα όλο τον λόφο να έχει αρπάξει φωτιά. Υπήρχαν στο σημείο δυο τρεις κάτοικοι των σπιτιών τριγύρω, που με λάστιχα στα χέρια από τα σπίτια τους προσπαθούσαν να σβήσουν τις μικρές εστίες που υπήρχαν εδώ πέρα στον δρόμο. Ξεκίνησα να τραβάω έξι παρά δέκα. Εκείνη τη στιγμή φαινόταν η κατάσταση να έχει ηρεμήσει. Δεν υπήρχαν τεράστιες φλόγες εδώ σε αυτό το σημείο. Και έτσι αποφάσισα να πάω πιο κάτω».
Η ένταση του ανέμου και κυρίως η συμπεριφορά του με τις συνεχείς αλλαγές κατεύθυνσης, θα δυσκολέψει πολύ την κατάσταση στην περιοχή.
«Κατεβαίνοντας προς τα κάτω, έφτασα στο επόμενο σημείο που ουσιαστικά ήταν μέσα στη ρεματιά και εκεί πέρα οι φλόγες ήταν τεράστιες, έφταναν πάρα πολύ ψηλά. Πρέπει να έφτανε πάνω από 15 μέτρα η φλόγα», εξηγεί ο κ. Βλάχος.
Ο αέρας ήταν τόσο δυνατός που «έβλεπες τον καπνό να τον τραβά προς τα κάτω, να σέρνεται παράλληλα με τον δρόμο. Κι αυτό ήταν το τρομακτικό. Αργότερα όταν επιχείρησα να πάω προς τη Μαραθώνος δεν μπορούσα να αναπνεύσω», περιγράφει.
Ο φωτορεπόρτερ του ΑΠΕ, ξαφνικά βρίσκεται μέσα σε πυκνούς καπνούς που, όπως λέει, έκαναν αδύνατη την οπτική πλέον δυνατότητα αλλά και τον δυσκόλευαν στην αναπνοή. Αναγκάζεται να αφήσει το μηχανάκι του και να φύγει με περαστικό αυτοκίνητο προς τη Νέα Μάκρη. «Κάποια στιγμή δεν μπορούσα να αναπνεύσω. Άφησα το μηχανάκι πάνω στη Μαραθώνος και ζήτησα βοήθεια από ΙΧ», λέει.
Ο πανικός ξεκινά όταν η φωτιά θα γίνει ανεξέλεγκτη κοντά στη λεωφόρο Μαραθώνας. Οι προσπάθειες κατάσβεσης δείχνουν να μην επαρκούν. Λίγο μετά τις 6 το απόγευμα η φωτιά διασχίζει τη Λ. Μαραθώνος και ξεφεύγει προς το Κόκκινο Λιμανάκι και το Μάτι.
Σύμφωνα με την κ. Αργυροπούλου, εκείνη τη στιγμή, έβλεπε ανθρώπους να τρέχουν και να φωνάζουν ότι η φωτιά βρίσκεται στα 50 μέτρα. Όπως καταδεικνύουν οι συγκλονιστικές περιγραφές όσων «έζησαν το Μάτι», η μάχη με τη φωτιά έμοιαζε σαν ένας λαβύρινθος που έπρεπε να βρουν την έξοδο ώστε να καταφέρουν να σωθούν. «Πάω να φύγω από το σπίτι και βλέπω τη φωτιά μπροστά μου. Δεν καταλαβαίνεις τι ήταν αυτό και από πού σου χει έρθει. Όλοι σε έστελναν προς την παραλία», εξηγεί.
Τη δική του μαρτυρία για τα γεγονότα της 23ης Ιουλίου «καταθέτει» στο ΑΠΕ ο Πέτρος Φράγκος, εκπρόσωπος της επιτροπής πληγέντων στο Κόκκινο Λιμανάκι. «Φτάνοντας είδα αυτές τις τεράστιες φλόγες να ξεπηδούν μέσα από τον οικισμό και να καίνε ολοκληρωτικά τα σπίτια. Μπήκα σε μία ακτίνα γύρω στα 150 μέτρα με δυνατή φωτιά. Κατευθύνθηκα προς το σπίτι μου είδα το αυτοκίνητό μου να καίγεται. Δεν έδωσα σημασία σε αυτό αλλά στο εξοχικό των γονιών μου. Ταυτόχρονα έβλεπα πολλά σπίτια στον οικισμό να φλέγονται. Η πυροσβεστική είχε αποκοπεί στη λεωφόρο Μαραθώνος , δεν μπόρεσε να εμπλακεί σε αυτό το σημείο εδώ στο Κόκκινο Λιμανάκι ούτε στο Μάτι. Έμεινε μόνο ένα πυροσβεστικό όχημα που ήταν το τελευταίο στην οδό Δημοκρατίας το οποίο όταν αποχώρησε και αυτό δεν υπήρχε κανένα πυροσβεστικό όχημα μέσα στο Κόκκινο Λιμανάκι μέχρι τις 3 τα ξημερώματα που άρχισαν να μπαίνουν τα πρώτα αυτοκίνητα. Βλέπαμε σπίτια να καίγονται και δεν ξέραμε αν μέσα σε αυτά τα σπίτια υπήρχαν άνθρωποι. Στο πέρασμα της μιας ώρας άρχισαν οι φλόγες να καταλαγιάζουν. Ήμασταν οι πρώτοι αυτόπτες μάρτυρες της περιοχής», λέει ο κ. Φράγκος.
Πριν τις 7 το απόγευμα η φωτιά έχει ήδη φτάσει στις παραλίες. Οι εικόνες με τους ανθρώπους που στέκονται στην Αργυρά Ακτή στο Μάτι κάνει το γύρο του κόσμου. Άλλοι έχουν μπει μέσα στη θάλασσα, άλλοι κάθονται απ’ έξω, κρατώντας την αναπνοή τους με τα πρόσωπά τους να έχουν μουντζουρωθεί από τις στάχτες, ανήμποροι να αντιδράσουν σε αυτό το πρωτοφανές φαινόμενο που έμοιαζε σαν σκηνή από ταινία. Τα αποκαΐδια τραυματίζουν σοβαρά πολλά άτομα που μεταφέρονται με εγκαύματα στα νοσοκομεία. Αρκετοί δεν τα καταφέρνουν. Άλλοι εντοπίζονται πνιγμένοι. Σκάφη και καΐκια ψαράδων κινητοποιούνται ώστε να συμβάλλουν στη διάσωση όσων βρίσκονται στη θάλασσα.
Ένας από αυτούς είναι ο Γιάννης Ρήγος, ιδιοκτήτης επιχείρησης καυσίμων στο Πικέρμι. Ο κ. Ρήγος εκείνη την ημέρα επέστρεφε με την οικογένειά του από το Μαρμάρι Ευβοίας στη Ραφήνα. Ταξίδευαν με το προσωπικό του σκάφος όταν από την Εύβοια άρχισε να διακρίνει τη φωτιά.
«Είδαμε μία εστία φωτιάς που είχε ξεκινήσει πάνω από την Καλλιτεχνούπολη, μία εστία η οποία άρχισε να μεγαλώνει. Φτάνοντας στη Ραφήνα, κατέβασα την οικογένειά μου. Ήρθαν από το Λιμεναρχείο και με παρακάλεσαν να δούμε τι γίνεται στις παραλίες γιατί είχαν ενημερωθεί ότι είχε κατέβει κόσμος. Ξεκινήσαμε να δούμε τι γίνεται. Φτάσαμε στο πρώτο σημείο εκεί βρήκαμε έναν άνθρωπο καμένο στο σώμα του και με προσπάθεια τον ανεβάσαμε πάνω . Βγήκαμε έξω, τον κατεβάσαμε στο λιμάνι. Ξαναγυρίσαμε πίσω. Στη συνέχεια βρήκαμε και άλλο κόσμο, τους βγάλαμε στο λιμάνι και ξαναγυρίσαμε πάλι πίσω. Στην τρίτη διαδρομή μάς ειδοποίησαν ότι υπάρχει ένα νεκρό παιδάκι. Ήταν ένα κοριτσάκι, το οποίο λόγω της φωτιάς, όπως έτρεχε, έπεσε από τον γκρεμό κάτω και δυστυχώς σκοτώθηκε. Το φορτώσαμε στο σκάφος με τη βοήθεια ενός πιο μικρού σκάφους Το βγάλαμε στο λιμάνι της Ραφήνας και συνεχίσαμε την ίδια διαδικασία. Άρχισε να σκοτεινιάζει, πυκνοί καπνοί. Δεν βλέπαμε τίποτα, πηγαίναμε αρκετά σιγά γιατί υπήρχε κίνδυνος να χτυπήσουμε ανθρώπους μέσα στη θάλασσα, δεν φαίνονταν. Είχε νυχτώσει πλέον. Φωνάζαμε και όταν ακούγαμε κάποιες φωνές πηγαίναμε και μαζεύαμε κόσμο. Αυτό γινόταν μέχρι τα ξημερώματα. Είχαν έρθει και άλλα σκάφη μετά τη δική μας την παρέμβαση», εξηγεί ο κ. Ρήγος.
Ο κ. Ρήγος που γνωρίζει αρκετά καλά την περιοχή τονίζει ότι «δεν υπήρχε τρόπος διαφυγής προς τη θάλασσα». Εκείνη την ημέρα έκανε περίπου 15 διαδρομές καταφέρνοντας να βγάλει από το Μάτι 150 άτομα.
«Ο κόσμος ήταν σε κατάσταση σοκ. Άπλωναν τα χέρια να τους βοηθήσουμε. Ήταν αδιανόητο αυτό που ζούσαμε. Προσπαθούσαμε να τους πείσουμε να έρθουν μαζί μας να τους πάμε σε ένα ασφαλές μέρος και να δούμε μετά τι περισσότερο μπορεί να γίνει. Κόσμος κολύμπαγε στη θάλασσα, ό,τι μπορούσαν να διασώσουν το έπαιρναν μαζί τους», περιγράφει στο ΑΠΕ. Το σκάφος του είχε χωρητικότητα για 12 άτομα ωστόσο εκείνη την ημέρα σε δρομολόγιο έφτασε να μεταφέρει 22 άτομα μέσα . «Δεν μπορούσες να αφήσεις κάποιον και να μετράς άτομα. Μέχρι τις 3μιση, 4 το πρωί βγάζαμε κόσμο έξω», εξηγεί.
Οι ώρες περνούν και οι πληροφορίες έρχονται συγκεχυμένες. Κανείς δεν γνωρίζει αν υπάρχουν θύματα και πόσα είναι. Το φως της ημέρας είναι εκείνο που θα αποκαλύψει το μέγεθος της απερίγραπτης καταστροφής.
Η επόμενη μέρα
Η νύχτα αποδεικνύεται μεγάλη και πολύ δύσκολη. Η μέρα ωστόσο δείχνει την αλήθεια. Οι λέξεις φαντάζουν μικρές αλλά οι εικόνες πολύ μεγάλες. Οι απώλειες από αυτή την τραγωδία τεράστιες με ολόκληρες οικογένειες να ξεκληρίζονται. Αυτοκίνητα καμένα πάνω στη λεωφόρο Ποσειδώνος το ένα πίσω από το άλλο, σε αντίθετες κατευθύνσεις, με ανοιχτές τις πόρτες, φανερώνουν το χάος που επικράτησε εκείνες τις ώρες. Άνθρωποι έτρεχαν πανικόβλητοι προς την παραλία μήπως καταφέρουν και σωθούν από τη φωτιά. Απανθρακωμένα πτώματα, καμένα αυτοκίνητα, κατεστραμμένα σπίτια και καταστήματα, στάχτες, αποκαΐδια, λαμαρίνες από τα αυτοκίνητα και σπασμένα γυαλιά συνέθεταν το σκηνικό της επόμενης μέρας. Κρανίου τόπος, λες και δεν υπήρξε ποτέ αυτή η περιοχή. Θλίψη, θυμός και ένα γιατί. Τις επόμενες μέρες θρηνούσε όλη η χώρα….
Από το Κόκκινο Λιμανάκι ως τον Άγιο Αντρέα και ειδικά στο Μάτι βλέπει κανείς μάντρες ιδιόκτητων σπιτιών και ξενοδοχείων. Όχι τη θάλασσα. Η πρόσβαση σε παραλίες για όσους δεν γνωρίζουν την περιοχή είναι δύσκολη.
Το μεγαλύτερο δράμα γράφτηκε μέσα σε ένα οικόπεδο στην οδό Δημοκρατίας, εκεί που βρέθηκαν 26 απανθρακωμένοι άνθρωποι οι περισσότεροι από αυτούς σφιχταγκαλιασμένοι. Αναζητούσαν μία πρόσβαση προς τη θάλασσα μία πόρτα, ωστόσο μέσα στον πανικό και τους καπνούς αυτό ήταν ιδιαίτερα δύσκολο. Τα στενά περάσματα, οι καπνοί, δέντρα στη μέση των περασμάτων και η πίεση εκείνης της στιγμής είναι κάποιοι από τους λόγους που συνετέλεσαν στην εξέλιξη αυτού του δράματος.
Ο κ. Φράγκος προσπαθώντας να περιγράψει τι συνέβη εκείνες τις ώρες εξηγεί: «Δεν δόθηκε εντολή εκκένωσης για τον οικισμό. Έγινε εκτροπή της κυκλοφορίας από την λεωφόρο Μαραθώνος προς το παραλιακό μέτωπο σε συνδυασμό με τα δύο πλοία που ήρθαν στη Ραφήνα και αποβίβασαν εκατοντάδες αυτοκίνητα επειδή ήταν κλεισμένη η Μαραθώνος κατηύθυναν αυτά τα αυτοκίνητα στο παραλιακό μέτωπο. Όπως καταλαβαίνετε αυτό έφερε ασφυξία δημιούργησε μποτιλιάρισμα, οι φλόγες έφτασαν , οι κάτοικοι δεν έβλεπαν από τον καπνό επιχείρησαν να κατέβουν από την κάθοδο της οδού Πάρου , υπήρχε ένα δέντρο στη μέση της οδού Πάρου, δεν μπορούσαν να κατέβουν στην παραλία. Εδώ είναι τεράστιες οι ευθύνες του δασαρχείου γιατί δεν είχε κόψει το δέντρο αυτό και εμπόδιζε την πρόσβαση στην παραλία και κατευθύνθηκαν οι κάτοικοι στο συγκεκριμένο οικόπεδο. Από την ώρα που κατευθύνθηκαν στο συγκεκριμένο οικόπεδο η πρώτη ομάδα 47 στον αριθμό σώνεται, βοηθούμενοι από τους ιδιοκτήτες του οικοπέδου και σε δεύτερη φάση έχουμε τη δεύτερη ομάδα η οποία τρέχει, καθώς από πίσω τους έτρεχε η φλόγα, αγνοώντας όμως ότι τους έρχεται η φωτιά από το παραλιακό μέτωπο. Ήταν η λεγόμενη φλόγα που ήρθε από το ρέμα η οποία τους έκλεισε μέσα στο οικόπεδο και αυτός ήταν ο λόγος που κάηκαν. Τα περισσότερα άτομα από την ομάδα αυτή ήταν προσωπικοί μου φίλοι».
«Υπήρχαν στενοί δρόμοι που δεν χωράνε δύο αυτοκίνητα. Όταν λοιπόν κατέβηκαν όλα τα αυτοκίνητα οι κάτοικοι εγκλωβίστηκαν μέσα σε αυτό το κομμάτι. Ήταν τόσο υψηλές οι θερμοκρασίες που άρχισαν να παίρνουν φωτιά. Εγκλωβίστηκαν μέσα στα αυτοκίνητά τους και κάηκε ο κόσμος, δεν είχαν προς τα πού να φύγουν. Ο κόσμος θα έπρεπε να είχε εκπαιδευτεί γι αυτό, ούτως ώστε να ξέρει πώς να αντιμετωπίσει μία κατάσταση. Έπρεπε να υπήρχε μία ενημέρωση», συμπληρώνει στο ΑΠΕ ο κ. Ρήγος.
365 ημέρες από την τραγωδία στο Μάτι
Έναν χρόνο μετά το Μάτι προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές του. Οι απώλειες τεράστιες με τραγικό απολογισμό 102 νεκρούς.
Στρίβοντας από τη λεωφόρο Μαραθώνος και μπαίνοντας στην είσοδο που οδηγεί στην περιοχή ο χρόνος φαντάζει σταματημένος. Τα σπίτια ερειπωμένα και οι δρόμοι ερημωμένοι. Στην Αργυρά Ακτή περίπου 10 άτομα κάνουν μπάνιο. Μέσα στην καρδιά του καλοκαιριού ο αριθμός αυτός φαντάζει μικρός μπροστά σε αυτά που είχε συνηθίσει η περιοχή.
«Έχει γίνει πολύ μεγάλη δουλειά αλλά ταυτόχρονα απέχουμε πάρα πολύ από αυτό που επιθυμούν οι κάτοικοι. Οι κάτοικοι εκείνο που επιθυμούν πρώτα από όλα είναι να ξαναγυρίσουν στα σπίτια τους. Αυτό σύμφωνα με τη διεθνή πρακτική απαιτεί ένα διάστημα 3-4 χρόνων. Σήμερα που έχει περάσει ένας χρόνος έχουν γίνει πάρα πολλές παρεμβάσεις όσον αφορά το περιβάλλον και έχουν αλλάξει πολλά πράγματα στο θεσμικό πλαίσιο που διέπει αυτή τη διαδικασία ανοικοδόμησης. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η παρέμβαση που έχει γίνει όσον αφορά την καμένη οργανική ύλη και έχει απομακρυνθεί περίπου το 80%, ένα 20% παραμένει ακόμα μέσα σε οικόπεδα», λέει στο ΑΠΕ ο δήμαρχος Ραφήνας – Πικερμίου, Ευάγγελος Μπουρνούς.
Το οικόπεδο που είναι συγκεντρωμένη η καμένη οργανική ύλη είναι το πρώτο πράγμα που αντικρίζει κανείς διασχίζοντας την Λ. Μαραθώνος απέναντι από την είσοδο του Νέου Βουτζά και εκατοντάδες μέτρα από το Κόκκινο Λιμανάκι. Τόνοι ανεξέλεγκτης καμένης οργανικής ύλης είναι συγκεντρωμένοι σε μία έκταση 25 στρεμμάτων. Ο όγκος είναι τεράστιος και η επικινδυνότητα του ιδιαίτερα υψηλή.
Την κατάσταση επιβεβαιώνει και ο δήμαρχος Ραφήνας- Πικερμίου αναφέροντας ότι υπάρχει ένα θέμα «με μία συγκέντρωση καμένων βλαστικών υπολειμμάτων σε μία έκταση 25 στρεμμάτων δίπλα στη Μαραθώνος την οποία έχουμε νοικιάσει εμείς για λογαριασμό του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών που υλοποιεί το έργο θρυμματισμού. Αυτή η αλυσίδα μεταφοράς θρυμματισμού απομάκρυνσης δεν λειτούργησε καλά με αποτέλεσμα το μεσοδιάστημα που δεν υπήρχε σύμβαση να προκαλέσει τη συσσώρευση. Έχει γίνει διαγωνιστική διαδικασία και αναμένεται εντός του Ιουλίου να υπογράψει ο ανάδοχος με ένα διάστημα 128 ημερών να απομακρυνθεί αυτή η καμένη οργανική ύλη. Δεν μεταφέρεται πλέον άλλη καμένη οργανική ύλη. H πρότασή μου προς την κεντρική κυβέρνηση είναι να διατεθούν αυτοκινούμενοι κλαδοθρυμματιστές ώστε επιτόπου να γίνεται ο θρυμματισμός και η διασπορά του».
Ο κ. Μπουρνούς εξηγώντας τη διαδικασία που χρειάζεται για να απομακρυνθεί η καμένη οργανική ύλη, σημειώνει: «Σύμφωνα με τη σύμβαση που είναι να υπογραφεί μέσα στον Ιούλιο, έχει τελειώσει η διαδικασία υπάρχει ανάδοχος, προβλέπεται σε 128 μέρες. Ο χρόνος είναι εφικτός. Με δική μου απόφαση έχει σταματήσει η μεταφορά καμένης οργανικής ύλης και από τον δήμο Μαραθώνα και από τη δική μου διοικητική περιφέρεια διότι αυτό το πράγμα πρέπει να τελειώσει, δεν αποτελούσε δυστυχώς δική μου αρμοδιότητα, ούτε η συλλογή ούτε η επεξεργασία και η απομάκρυνση. Ήταν δουλειά του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών. Δεν δέχτηκαν – όχι το υπουργείο αλλά άλλοι φορείς της κεντρικής κυβέρνησης – την αρχική μου πρόταση ώστε ιδιώτης να κάνει την επεξεργασία και να πηγαίνει ως βιομάζα για παραγωγή ενέργειας. Το αποτέλεσμα είναι η μη λειτουργία κάποιων γραναζιών αυτής της αλυσίδας να έχει αυτή τη συσσώρευση».
Την ανησυχία του για το ίδιο ζήτημα εκφράζει και ο εκπρόσωπος της επιτροπής πληγέντων στο Κόκκινο Λιμανάκι, Πέτρος Φράγκος υπογραμμίζοντας: «Η επιτροπή στο Μάτι, η επιτροπή στο Κόκκινο Λιμανάκι και ο Νέος Βουτζάς έχουμε στείλει κοινό έγγραφο που επισημαίνουμε αυτό τον κίνδυνο. Η ελλιπής υλοτόμηση, τα διάσπαρτα κλαδιά που βρίσκονται μέσα στα οικόπεδα σε συνδυασμό με τη βλάστηση, με την ξερή βλάστηση μπορούν να δώσουν έρπουσα φωτιά στο Κόκκινο Λιμανάκι και όποια σπίτια αυτά τα ελάχιστα που επισκευάζονται αυτή τη στιγμή θα δεχτούν μία νέα φωτιά. Πρέπει αυτή τη στιγμή εντός ενός μηνός να απομακρύνουν την καμένη φυτική και οργανική ύλη από το οικόπεδο το συγκεκριμένο γιατί αποτελεί μπαρουταποθήκη στην περιοχή ώστε να δεχτούμε μία πυρκαγιά».
Την επικινδυνότητα του συγκεκριμένου οικοπέδου αναγνωρίζει και από την πλευρά ο νέος περιφερειάρχης Αττικής από τον Σεπτέμβριο Γιώργος Πατούλης.
«Η ίδια η περιφέρεια από τη στιγμή που υπάρχει μία αδυναμία σε ένα δήμο για οποιοδήποτε λόγο θα έπρεπε να είχε σκύψει και να είχε βάλει μία εργολαβία να τελειώσει αυτό το κακό όνειρο, αυτός ο εφιάλτης. Όμως δεν είμαστε εμείς διοίκηση σήμερα, εμείς αναλαμβάνουμε από 1η Σεπτέμβρη. Οι δικές μας δυνάμεις όπως κάναμε ως δήμος Αμαρουσίου και ως αυτοδιοίκηση πηγαίνοντας υδροφόρες πηγαίνοντας φορτηγά πηγαίνοντας εθελοντές, θα το πράξουμε και εμείς εκ νέου», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Πατούλης. Παράλληλα επισημαίνει ότι η ημερίδα που θα πραγματοποιήσει ο δήμος Ραφήνας- Πικερμίου μαζί με την ΚΕΔΕ στις 23 Ιουλίου «θα είναι μία ημερίδα συζήτησης και συντονισμού».
Το Μάτι δεν θυμίζει σε τίποτα αυτό που ήταν, ωστόσο προσπαθεί να επανέλθει στην «κανονικότητα», δίχως όμως να γνωρίζει κανείς πόσο διάστημα απαιτείται.
«Έχουν γίνει αναπλάσεις δημοτικών και δημοσίων χώρων , δενδροφυτεύσεις. Έχουν επισκευαστεί κτιριακές δημοτικές και δημόσιες υποδομές οι οποίες υπήρχαν στη δική μου διοικητική περιφέρεια. Το μεγάλο στοίχημα ήταν στις 11 Σεπτεμβρίου 2018 που ξεκινούσε η σχολική χρονιά οι τέσσερις σχολικές μονάδες να είναι λειτουργικές. Το στοίχημα έγινε εφικτό να πετύχει. Επομένως ταυτόχρονα με τη βοήθεια στους πυρόπληκτους συμπολίτες μας λειτουργούσε από πίσω ένας μηχανισμός επιδιόρθωσης των υποδομών. Τις πρώτες μέρες η αρωγή ήταν μεγάλη προς τους κατοίκους ώστε η ζωή τους να βρει μία «κανονικότητα». Σήμερα υπάρχει μία αποκατάσταση όχι αυτή η οποία είναι επιθυμητή, υπάρχει ένα μεγάλο έργο ανάπλασης των οικισμών με δημόσια κρατική αρωγή. Είναι η πρώτη φορά που γίνεται αυτό με 100% δημόσια κρατική αρωγή. Υπάρχει μία μεγάλη δουλειά υπάρχει και ένα πολύ μεγάλο έργο ακόμα μπροστά μας», τονίζει ο κ. Μπουρνούς.
Μέσα ωστόσο στο ανάγλυφο τοπίο της περιοχής διακρίνονται ακόμα τα καμένα σπίτια αλλά και οι δυσκολίες πρόσβασης στη θάλασσα από αυθαιρεσίες στον αιγιαλό.
«Όσο και να σας φανεί παράξενο και είναι σχήμα οξύμωρο τα περισσότερα κτίρια που είναι στο μέτωπο της θάλασσας είναι νόμιμα. Διότι η παραλιακή οδός είχε το χαρακτήρα από παλιά της επαρχιακής οδού και όταν επιτρεπόταν πριν το 2003, η κατά παρέκκλιση οικοδομησιμότητα των οικοπέδων μπροστά σε επαρχιακούς ή που είχαν μέτωπο σε επαρχιακούς για εθνικούς δρόμους, χτίστηκαν αυτά τα σπίτια. Για παράδειγμα οι ξενοδοχειακές μονάδες είναι νόμιμες. Η παραβατικότητα υπάρχει σε άλλα σημεία, υπάρχουν σπίτια που είναι μέσα σε ρέματα, υπάρχουν σπίτια που είναι στον αιγιαλό που δεν επιτρέπεται αλλά αυτά που βλέπετε στο παράκτιο μέτωπο κατά μήκος του οδικού άξονα κατά βάση είναι νόμιμα», εξηγεί ο κ. Μπουρνούς.
Σύμφωνα με τον κ. Πατούλη «είναι σαφές ότι υπήρξαν αυθαιρεσίες, υπήρξαν αυθαίρετα, νομιμοποιήθηκαν και από το κράτος». Στόχος ωστόσο του νέου περιφερειάρχη είναι η δημιουργία ασφαλών και υγιών πόλεων. «Πρέπει να φτιάξουμε ασφαλείς πόλεις, υγιείς πόλεις και σε αυτό θα πρέπει να συνεννοηθούμε όλοι μας», αναφέρει χαρακτηριστικά .
Ο φούρνος της περιοχής είναι το μοναδικό σημείο που έχει παραπάνω ζωή στο «τσακισμένο» Μάτι… Κανείς τους όμως δεν θέλει να μιλήσει γι αυτό που έγινε στις 23 Ιουλίου, διότι η πληγή όσο και να επουλωθεί θα παραμείνει τραύμα που δύσκολα θα ξεχαστεί…